Previous:
πρασώδης
Next:
πρατεύς
πρᾱτέος, α, ον,
to be sold, for sale,
Pl.
Lg.
849c; γράψον μοι πόσου σοι π. [ὁ ἵππος]
PCair.Zen.
393
(iii B. C.)
.
II.
πρατέον
one must sell,
ib.382
(iii B. C.)
.